Προ ημερών καθόμουν ένα πρωινό στο γραφείο μου στο ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ, όπου φιλοξενούμαι εδώ και περίπου μια διετία ως Εξωτερικός Συνεργάτης για ερευνητικούς σκοπούς. Όπως κάθε μέρα, έτσι και τότε ανέμενα να ολοκληρωθεί η νευρολογική εξέταση των ασθενών του Κέντρου Πολλαπλής Σκλήρυνσης, ώστε να αναλάβω τη (νευρο)γλωσσική αξιολόγησή τους.

Εν αναμονή της έλευσης των προγραμματισμένων για κλινική εκτίμηση ασθενών μού γεννήθηκαν, με αφορμή την έρευνα που εκπονούμε από κοινού με τους συνεργάτες μου για τις γλωσσικές και νοητικές ικανότητες των ασθενών με Πολλαπλή Σκλήρυνση (εφεξής ΠΣ χάριν συντομίας), κάποιες αυθόρμητες σκέψεις: «Τελικά έχει ουσιαστικό νόημα όλο αυτό το οποίο κάνουμε στους ασθενείς με ΠΣ; Αξίζει να τους υποβάλλουμε σε σωρεία δοκιμασιών για τη Γλώσσα και τη Μνήμη, με «εναλλαγή βαρδιών» μεταξύ Νευρογλωσσολόγων και Νευροψυχολόγων; Είναι τόσο αλληλένδετες αυτές οι ειδικότητες όσο δείχνουν εκ πρώτης όψεως; Δεν επαρκεί τέλος πάντων η εξονυχιστική καταγραφή που κάνουν οι καταξιωμένοι Νευροεπιστήμονες ενός κέντρου που πανευρωπαϊκώς -γιατί όχι και παγκοσμίως;- χαίρει της εκτίμησης αλλοεθνών ειδημόνων του χώρου;».

Ίσως όλα αυτά να μην ήταν παρά παρορμητικοί λογισμοί. Ξέρετε, από εκείνους που συνηθίζει να κάνει το μυαλό -ή για να μιλήσω επιστημονικά, ο Εγκέφαλος- όταν βρίσκεται σε χρονικά παρατεταμένη κατάσταση αδράνειας, όπως ο δικός μου εκείνη την στιγμή. Καθότι όμως είμαι άνθρωπος που αρέσκομαι να εμβαθύνω στα πράγματα, αποφάσισα να προσεγγίσω την εν λόγω νοητική διεργασία μου από μια διαφορετική σκοπιά, προτού τη μοιραστώ με το ευρύ κοινό.

Περί Νευροεπιστημών, Νευρογλωσσολογίας και Νευροψυχολογίας λοιπόν ο λόγος. Ένα τρίπτυχο που πρόκειται να αλλάξει άρδην τα δεδομένα στους κόλπους της Επιστημονικής Κοινότητας και συζητείται ήδη συχνά και έντονα. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, με την αναφορά μου στους ασθενείς με ΠΣ δεν επιθυμώ να αναδείξω τη συγκεκριμένη νευρολογικής φύσεως νόσο ως την υπέρτατη, υποβιβάζοντας άλλες νόσους που συνιστούν αντικείμενα μελέτης των Νευροεπιστημών (Νευρολογίας / Νευροανοσολογίας), π.χ. το Αιμορραγικό Εγκεφαλικό Επεισόδιο και οι Πολυνευρίτιδες. Ωστόσο, πρέπει να λεχθεί ότι -αντικειμενικά μιλώντας- η ΠΣ συγκαταλέγεται στις συνηθέστερες νευρολογικές παθήσεις στη βιβλιογραφία. Σε κάθε περίπτωση όμως ας μην παρεκκλίνω από το αρχικό θέμα που ετέθη. Είναι γνωστό, και αυτή η πληροφορία εκμαιεύεται εύκολα από την ετυμολογική ανάλυση των λέξεων «Νευρογλωσσολογία» και «Νευροψυχολογία», ότι αμφότερες συνιστούν επιστημονικά σταυροδρόμια: σταυροδρόμια Νευροεπιστημών - Γλωσσολογίας και Νευροεπιστημών-Ψυχολογίας κατά αντιστοιχία. Συμπερασματικά, σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο, δηλαδή όσον αφορά τη σύλληψη της κεντρικής ιδέας, κοντολογίς τους ερευνητικούς προβληματισμούς του καθενός πεδίου, η ταύτισή τους είναι υπαρκτή. Αυτό είναι εξάλλου που βοήθησε στη συγκρότησή τους: η ακριβής περιγραφή των γνωστικών αντικειμένων τους, καθώς και των προτεινόμενων μεθόδων και εργαλείων τους προς υλοποίηση των ερευνητικών σκοπών που έχουν κληθεί να εξυπηρετήσουν.

Τι συμβαίνει όμως στην πράξη; Στην κλινική μα και καθημερινή πράξη; Από τη βραχύχρονη εμπειρία που έχω συλλέξει από την θέση μου ως Εξωτερικού Συνεργάτη / Νέου Ερευνητή στο ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ θα έπαιρνα το ρίσκο να ισχυριστώ -κι ας ηχήσει βαρύγδουπο- πως οι νευρογλωσσικές και ψυχομετρικές αξιολογήσεις δεν προάγονται ούτε λαμβάνονται όσο σοβαρά υπόψιν θα έπρεπε από τα Δημόσια Νοσοκομεία. Τα τελευταία χρόνια έχουν ιδρυθεί ομολογουμένως Κέντρα Διαταραχών Μνήμης σε πολλά, ίσως και στα περισσότερα δημόσια νοσοκομειακά κέντρα της χώρας. Πάραυτα παρατηρείται αυξημένη προτίμηση στα ιδιωτικά νευροψυχολογικά κέντρα, ιδίως εκ μέρους όσων η τσέπη τους βαστάει μια τέτοια κάθε άλλο παρά μικρή δαπάνη. Γιατί άραγε; Προφανώς όχι επειδή αρέσκονται κάποιοι να προσθέτουν έξοδα και να επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό τους, ειδικά σε μια περίοδο που η ακρίβεια και ο πληθωρισμός προκαλούν «ακατάσχετη αιμορραγία» στις τσέπες όλων. Το θέμα έχει να κάνει ξεκάθαρα με ελλιπή εμπιστοσύνη, η οποία εν πολλοίς απορρέει από εσφαλμένη ή ανεπαρκή ενημέρωση. Παρότι η Ιατρική Επιστήμη, και ειδικά οι Νευροεπιστήμες έχουν σημειώσει αξιόλογη πρόοδο σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, είναι πολλοί αυτοί που ακόμα δυσκολεύονται να πειστούν πως αυτές είναι δυνατόν να συνυπάρξουν με άλλα πεδία. Εκτιμούν πως στα ιδιωτικά εξεταστικά κέντρα είναι όχι μόνο ευκολότερο να βρουν διαθέσιμο ραντεβού μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά και πως χαίρουν μεγαλύτερης αξιοπιστίας οι εξετάσεις που πραγματοποιούνται εκεί. Ως εκ τούτου προτιμούν να πληρώσουν κάτι παραπάνω αλλά να είναι βέβαιοι για την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων παρά να τους παρασχεθεί μια δωρεάν υπηρεσία με αμφίβολα -κατά την κρίση τους- αποτελέσματα και επομένως συμπεράσματα.

Τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει αυτή η κατάσταση; Το εφαλτήριο δεν μπορεί παρά να είναι η έγκυρη ενημέρωση. Ο κόσμος οφείλει να γνωρίζει ότι τα δημόσια νοσοκομειακά κέντρα διαθέτουν τόσο τον κατάλληλο εξοπλισμό όσο και το καταρτισμένο προσωπικό για την πραγματοποίηση ψυχομετρικών αξιολογήσεων. Παράλληλα, είναι σημαντικό να επιδιωχθούν συνεργασίες με Εξωτερικούς Συνεργάτες από τον χώρο της Νευρογλωσσολογίας, προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να ενημερωθούν για τις γλωσσικές δεξιότητές τους, οι οποίες δεν μένουν ανεπηρέαστες από νόσους όπως είναι η ΠΣ και το Αιμορραγικό Εγκεφαλικό Επεισόδιο ή διαταραχές όπως είναι ο Αυτισμός. Το Κέντρο Πολλαπλής Σκλήρυνσης του ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα προς μίμηση στο κομμάτι αυτό για όσα νοσοκομειακά κέντρα ακόμα δεν έχουν μεριμνήσει για τέτοιας λογής συνεργασίες.

Από αυτές τις συνεργασίες σε κέντρα υποστήριξης ασθενών με πάσης φύσεως ελλείμματα λόγου έχουν προκύψει σημαντικά ευρήματα που τεκμηριώνουν βιβλιογραφικά πόσο αχώριστα ενωμένες είναι Νευρογλωσσολογία και Νευροψυχολογία, πρωτοστατούντων των Νευροεπιστημών. Για παράδειγμα, έχει αποδειχθεί ότι τα ελλείμματα σε Ανώτερες Νοητικές Λειτουργίες επιδρούν άμεσα στους ποικίλους τομείς της Γλώσσας, όπως στη Μορφολογία, στη Σύνταξη και στη Φωνολογία / Φωνημική Επεξεργασία. Χαρακτηριστικά στο ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ εφαρμόζουμε στους ασθενείς με ΠΣ ένα εγκεκριμένο εργαλείο για την αξιολόγηση της Ταχύτητας Επεξεργασίας Εισερχομένων Πληροφοριών ονόματι Symbol Digit Modalities Test (SDMT). Η χορήγησή του παράλληλα με εγκεκριμένη δοκιμασία Σύνταξης το ανέδειξε σαν σημαντικό προβλεπτικό δείκτη για δυσχέρειες στην πρόσληψη π.χ. των αναφορικών, ενίοτε και των παθητικών προτάσεων. Κοντολογίς, η αδυναμία των ασθενών να παρακολουθήσουν απρόσκοπτα τη λογική ακολουθία συμβόλων που αντιστοιχούν σε νούμερα συνεπάγεται ταυτόχρονη δυσκολία να παρακολουθήσουν τη λογική σειρά των όρων μιας πρότασης και να τους αποδώσουν τόσο σωστούς συντακτικούς (Υποκείμενο, Αντικείμενο) όσο και σημασιολογικούς / θεματικούς ρόλους (Δράστης, Θέμα). Από την άλλη, τα ελλείμματα στη Συντακτική Πρόσληψη δεν συνάδουν απαραιτήτως με αυτά στη Λεκτική Εργαζόμενη Μνήμη, όπου πολλάκις τα τελικά αποτελέσματα καταφάνηκαν αισθητά υψηλότερα.

Ακόμη, διαμέσου της χορήγησης εγκεκριμένης δοκιμασίας Μορφολογίας (σχηματισμός Ομαλού / Ανώμαλου Αορίστου) φάνηκαν σημαντικές ανωμαλίες στο γλωσσικό τομέα αυτόν που δικαιολογούν και δικαιολογούνται από ελλείμματα της Λεκτικής Εργαζόμενης / Βραχύχρονης Μνήμης, όπως αυτά ανέκυψαν μέσα από τις επαναλήψεις πραγματικών λέξεων και ψευδολέξεων αντιστοίχως. Πολύ σημαντικό προς επισήμανση είναι πως η υπό εξέλιξη προαναφερθείσα έρευνα κατέρριψε σημαντικά το μύθευμα πως οι επιδόσεις των ασθενών σε τέτοιες δοκιμασίες επηρεάζονται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, από τα έτη εκπαίδευσής τους. Μέσα από τον διαχωρισμό των ασθενών με ΠΣ σε Επανεμφανιζόμενη και Πρωτοπαθώς / Δευτεροπαθώς Προϊούσα ΠΣ χύθηκε άπλετο φως στην επιρροή της διάρκειας νοσηλείας και του τύπου της νόσου και καταδείχθηκε πως ο βαθμός επίδρασής τους στις επιδόσεις των εν λόγω ασθενών ξεπερνά πολύ εκείνον των ετών εκπαίδευσης / του μορφωτικού επιπέδου.

Ποιο είναι λοιπόν το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω; Ότι από το τρίπτυχο «Νευροεπιστήμες, Νευρογλωσσολογία, Νευροψυχολογία» δεν γίνεται να απουσιάζει κανένα παρακλάδι αν οι πρώτες θέλουμε να λέμε πως λειτουργούν ως εύρυθμο όλον. Μπορεί να μη συμφωνούν σε όλα τα ευρήματά τους ανεξαιρέτως, όμως η μια δεν μπορεί να κάνει χωρίς την άλλη. Και αυτό είναι το υγιές εξάλλου, δεδομένου ότι αυτά τα επίμαχα σημεία είναι που γενούν τις συζητήσεις, το γόνιμο διάλογο και εν τέλει τα ανεξάντλητα ερευνητικά πεδία που δημιουργούν πολυάριθμες θέσεις εργασίας για γενεές επί γενεών.

Ίσως λοιπόν το πιο σωστό ερώτημα να ήταν, στην θέση του «Είναι αλληλένδετες ή / και αντικρουόμενες οι Νευροεπιστήμες, η Νευρογλωσσολογία και η Νευροψυχολογία;» (δεδομένη θετική απάντηση), το εξής: «Πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τις δεδομένα αλληλένδετες ΚΑΙ αντικρουόμενες Νευροεπιστήμες, Νευρογλωσσολογία και Νευροψυχολογία προς όφελος των καίριων, αχώριστα συνδεδεμένων με την Ποιότητα Ζωής τομέων της Γλώσσας και της Νόησης-Μνήμης;». Πάνω σε αυτό το κομμάτι πιστεύω ακράδαντα πως έχουμε να δούμε πολλά τις προσεχείς δεκαετίες, πολλά και αναπάντεχα, προορισμένα να κάνουν στροφή 180 μοιρών σε όσα -θαρρούσαμε πως- γνωρίζαμε. Αλλά οψόμεθα συν τω χρόνω…

Γράφει ο Παναγιώτης Γρηγοριάδης

Δείτε περισσότερα για τον Γρηγοριάδη Παναγιώτη